Δηλώνοντας εξαρχής ότι έχω ισχυρές αμφιβολίες για την επιτυχή έκβαση των νέων διερευνητικών (μετά τους 60 γύρους από το 2002 ως το 2016), θεωρώ ότι η Ελλάδα, δυστυχώς, δεν θα μπορούσε να αποφύγει, χωρίς πολιτικο-διπλωματικό κόστος, τη συμμετοχή της, λόγω της στάσης των Δυτικών συμμάχων και εταίρων μας, οι οποίοι τις επέβαλαν προσπαθώντας να μεταθέσουν το πρόβλημα στο μέλλον και βέβαια έχοντας αυταπάτες για τις θέσεις και τις προθέσεις της Τουρκίας.
Απλά, η χώρα μας πρέπει να είναι σαφής και αμετακίνητη στο πλαίσιο της συζήτησης (Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας, συμβατικό και εθιμικό) και το αντικείμενό της (διερεύνηση των θέσεων για την οριοθέτηση Υφαλοκρηπίδας / ΑΟΖ). Οτιδήποτε άλλο θα είναι επικίνδυνο και αντίθετο προς τα δικαιώματά και τα συμφέροντά της, εξυπηρετώντας την αναθεωρητική και επεκτατική πολιτική της Τουρκίας. Επιπλέον, οι διερευνητικές σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να χρονίσουν, όπως οι προηγούμενες φάσεις τους. Εξι έως δώδεκα μήνες θα είναι αρκετοί!
Το 1999 (Δεκέμβριο) στα Συμπεράσματα της Συνόδου Κορυφής του Ελσίνκι της Ευρωπαϊκής Ένωσης ορίστηκε ότι οι υποψήφιες χώρες (υπονοείτο η Τουρκία) θα έπρεπε να επιλύσουν τις «συνοριακές ή συναφείς» διαφορές τους με τις γειτονικές τους χώρες (π.χ. Ελλάδα) με διαπραγματεύσεις ή, αν αυτό δεν καθίστατο εφικτό, με προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης το αργότερο έως το 2004. Η Ευρωπαϊκή Ένωση θα παρακολουθούσε το θέμα, ως προϋπόθεση για την πρόοδο της ενταξιακής πορείας των υποψηφίων χωρών (Τουρκίας).
Από την Άνοιξη του 2002 άρχισαν οι Ελληνοτουρκικές διερευνητικές συνομιλίες, με εμπιστευτικότητα, ώστε να παρακαμφθεί ο όρος-προϋπόθεση που είχε επικρατήσει μέχρι τότε και οφείλετο κυρίως στον Ανδρέα Παπανδρέου, ότι η Ελλάδα είναι διατεθειμένη να διαπραγματευθεί μόνο για την οριοθέτηση της Υφαλοκρηπίδας. Έπρεπε βέβαια να υπονοείται και η ΑΟΖ για την οποία όμως δεν είχε ακόμη προκύψει ελληνικό ενδιαφέρον για κήρυξη και θέσπισή της. Η ΑΟΖ μέχρι τα 200 ν.μ. επικαλύπτεται με την Υφαλοκρηπίδα, με την οποία έχουν συνηθέστατα το ίδιο εξωτερικό όριο.
Η θέση αυτή της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, κατά τη γνώμη μου, ήταν ορθή, γιατί απέφευγε τις μονομερείς τουρκικές διεκδικήσεις, ιδίως στο Αιγαίο, να εμφανισθούν ως διμερείς διαφορές με την Ελλάδα και η χώρα μας να εμπλακεί σε βλαπτικό διάλογο με την γείτονα. Επρόκειτο βέβαια για τις ίδιες αυθαίρετες και αβάσιμες διεκδικήσεις που και σήμερα προβάλλει η Τουρκία: μη εφαρμογή της επέκτασης της ελληνικής Αιγιαλίτιδας Ζώνης στα 12 ν.μ., διεκδίκηση μέχρι και 152 νησιών και νησίδων ως άγνωστης ή αμφισβητούμενης κυριαρχίας, πλήρη ή μερικό αφοπλισμό των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου, περιορισμό των 10 ν.μ. του Εθνικού Εναέριου Χώρου σε 6 ν.μ. και αλλαγή (διαμοιρασμό) των περιοχών FIR (Ελέγχου Εναέριας Κυκλοφορίας) και Έρευνας και Διάσωσης.
Η Κυβέρνηση Σημίτη, λοιπόν, επέλεξε να διαχωρίσει τις διερευνητικές επαφές (ως προκριματικό στάδιο) από τις επίσημες διαπραγματεύσεις που θα ακολουθούσαν μετά. Ποιο θα ήταν το περιεχόμενο των πρώτων δεν ήταν γνωστό μέχρι που η πρόσφατη αρθρογραφία αποκάλυψε ότι ήταν όλα τα ζητήματα, μεταξύ αυτών και η επέκταση της Αιγιαλίτιδας Ζώνης, που παρέμεινε άλυτη. Το 2004 (αρχές) μάλιστα η πρόοδος είχε επιτρέψει να προετοιμάζεται το Κοινό Ανακοινωθέν για την έναρξη των επίσημων διαπραγματεύσεων για την οριοθέτηση της Υφαλοκρηπίδας. Δηλαδή, είχε γίνει δεκτό από την Τουρκία (όπως προκύπτει από προηγούμενη αρθρογραφία) να γίνει η επέκταση στα 12 ν.μ. για τα ελληνικά ηπειρωτικά εδάφη και μία διαφοροποιημένη (δηλαδή μικρότερη) για τα νησιά (πόσο δεν απολύπτεται). Δυστυχώς, από τη θέση αυτή, υπαναχώρησε η Τουρκία σε μεταγενέστερο στάδιο!
Η συνέχεια, κατά τον κ. Ροζάκη, διεκόπη λόγω των εκλογών του Μαρτίου του 2004 και την άνοδο στην εξουσία της Νέας Δημοκρατίας (Κ. Καραμανλής), αλλά και λόγω της μεγάλης διεύρυνσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης με 10 Κράτη, κυρίως Ανατολικοευρωπαϊκά και την Κύπρο (με τις σχετικές δυσκολίες αφομοίωσής τους). Έτσι μειώθηκε το ενδιαφέρον της Τουρκίας για ένταξη.
Βέβαια, εδώ λησμονούνται τα δύο αρνητικά δημοψηφίσματα της Γαλλίας και της Ολλανδίας για περαιτέρω διεύρυνση (φωτογραφίζοντας βέβαια και την αντίδραση των λαών τους στην ένταξη της Τουρκίας), αλλά κυρίως, λησμονείται ότι η νέα Κυβέρνηση Καραμανλή στην Ελλάδα, τον Δεκέμβριο του 2004, στο Ευρωπαικό Συμβούλιο Κορυφής, συναίνεσε στην απόδοση του καθεστώτος της υποψήφιας χώρας στην Τουρκία και στον καθορισμό της 3 Οκτωβρίου 2005 ως ημερομηνίας έναρξης του ενταξιακού της διαλόγου.
Και αυτό παρά το ότι δεν είχε τηρηθεί ο όρος που είχε θέσει η Ευρωπαϊκή Ένωση στο Ελσίνκι, το 1999, για προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο μέχρι το 2004, αν δεν τελεσφορούσε ο Ελληνοτουρκικός διάλογος.
Ουσιαστικά η Ελλάδα τότε επέλεξε να προωθήσει την Τουρκική ενταξιακή πορεία (που ανεστάλη αργότερα ως προς αρκετά κεφάλαια του Κοινοτικού Κεκτημένου) ως τρόπο «εξημέρωσης» της Τουρκίας μέσω του σταδιακού εξευρωπαϊσμού της… Επικράτησαν δηλαδή οι ελπίδες και «ευσεβείς πόθοι» απέναντι στον ρεαλισμό και στα διδάγματα του παρελθόντος!
Στην συνέχεια η Τουρκία, βλέποντας τις σοβαρές υποχρεώσεις εναρμόνισης και προσαρμογής της στο ευρωπαικό κεκτημένο, που την ανέμεναν και αφού απέτυχε να φέρει «στα μέτρα της» την ένταξή της, προτίμησε να αποδυθεί σε αγώνα γεωπολιτικής, στρατιωτικής, οικονομικής και διπλωματικής αναβάθμισής της, σε μεγάλη περιφερειακή δύναμη, αποδυναμώνοντας έτσι τις ευρωπαϊκές φιλοδοξίες της.
Η αποδέσμευσή της και οι τυχοδιωκτισμοί της μετά το 2011(Αραβική Ανοιξη και εμφύλιος στη Συρία) και ιδίως μετά το 2016(πραξικόπημα στην Τουρκία), υπό τον μεγαλομανή κ. Ερντογάν, έδωσαν την πραγματική εικόνα των στοχεύσεων και των μεθόδων της. Ο σχετικός κατάλογος είναι μακρύς…
Και βέβαια, οι συνήθεις υπαναχωρήσεις της από τις δεσμεύσεις που ανελάμβανε (έστω άτυπα) επιβεβαιώνουν το μόνιμο και διαχρονικά αφερέγγυο προφίλ της, του οποίου έχει πικρή γεύση ο Ελληνισμός…
Όπως αποκαλύπτει ο κ. Ροζάκης, (με πληροφορίες προφανώς από τον Έλληνα διαπραγματευτή), αμέσως μετά την έναρξη των διευρευνητικών το 2002, όταν προσδιοριζόταν η ατζέντα, ο εκπρόσωπος της Τουρκίας διαβεβαίωσε τον Ελληνα εκπρόσωπο ότι, αν πετύχαιναν τον πρωταρχικό στόχο τους (εγκατάλειψη της επέκτασης της Ελληνικής Αιγιαλίτιδας Ζώνης στο Αιγαίο), θα απέσυραν την «διαφορά» για τις Γκρίζες Ζώνες! Έτσι, ωμά! Πρόκειται για το μόνιμο χαρακτηριστικό της τουρκικής τακτικής του (πονηρού) «παζαριού»!
Άραγε, προσεχώς θα δούμε σε επανάληψη την «ταινία» των διερευνητικών 2002-2016;
Το χειρότερο θα είναι , με δεδομένο το casus belli και για να μην υπονομευθούν οι διερευνητικές, η Ελλάδα να μην ολοκληρώσει την θέσπιση των δικαιωμάτων που της παρέχει το Δίκαιο της Θάλασσας. Όπως συνέβη για δεκαετίες άλλωστε, και μέχρι πρόσφατα, που, υπό την πίεση των τουρκικών μονομερών και παράνομων πρωτοβουλιών στην Ανατ.Μεσόγειο και με τη Λιβύη, αλλά και με το αυθαίρετο ιδεολόγημα της «Γαλάζιας Πατρίδας», επιτέλους, η Ελλάδα προχώρησε στις οριοθετήσεις ΑΟΖ με την Ιταλία, την Αίγυπτο και στην επέκταση της Αιγιαλίτιδας στο Ιόνιο, με εξαγγελθείσα και κοινή προσφυγή για οριοθέτηση στη Χάγη με την Αλβανία.
Εφόσον λοιπόν αποφασίσαμε να συζητήσουμε (διερευνητικές), ταυτόχρονα πρέπει να ολοκληρώσουμε το νομικό μας οπλοστάσιο : Ευθείες γραμμές βάσης και Αιγιαλίτιδα Ζώνη 12νμ παντου, Συνορεύουσα Ζώνη, κήρυξη ΑΟΖ και θέσπιση του ειδικού καθεστώτος της μέχρι τη Μέση γραμμή( προσωρινά, μέχρι να επιτευχθεί συμφωνία ή δικαστική οριοθέτηση με τις γειτονικές χώρες) δίνοντας, αυτοβούλως όμως, κάποιες εύλογες διευκολύνσεις προς την Τουρκία (πχ.Αιγιαλ. 10νμ) μόνο μεταξύ των μεγάλων νησιών μας του Ανατολικού Αιγαίου και καθορίζοντας δίοδο «πλου διελεύσεως» στο εσωτερικό του Αιγαίου για τη διεθνή ναυσιπλοΐα. Ετσι θα αντιμετωπίσουμε κάθε κακόπιστη κριτική περί « ελληνικού μαξιμαλισμού»!
Τίποτε άλλο, όμως, γιατί το Αιγαίο έχει αρχιπελαγική δομή και πρέπει, τα δεσπόζοντα νησιά μας, να διατηρήσουν την ιστορική συνοχή και ενότητά τους με την ηπειρωτική Ελλάδα, χωρίς παρεμβολή ξένης (τουρκικής) περιοχής θαλάσσιας κυριαρχίας ή κυριαρχικών δικαιωμάτων (Υφαλοκρηπίδα-ΑΟΖ) στο εσωτερικό του, δηλαδή πίσω (στα δυτικά) από την αλυσίδα των νησιών μας του Ανατολικού Αιγαίου. Ούτε (φλυναφήματα) περί δήθεν «κλειστής ελληνικής λίμνης», ούτε (παιδαριώδεις) αιτιάσεις περί παρεμπόδισης της ναυσιπλοΐας!
Ο αληθινός, συχνά δεδηλωμένος και ορατός στόχος των Τούρκων, είναι ο σταδιακός έλεγχος του Ανατολικού Αιγαίου και των νησιών του, με τις αντίστοιχες θαλάσσιες ζώνες τους, μέχρι τον 25ο μεσημβρινό (στο μέσον του Αιγαίου) με ακρωτηριασμό της εδαφικής μας ακεραιότητας στο ιστορικό μας Αρχιπέλαγος (όπου η ελληνική παρουσία ανατρέχει 2-3 χιλιετίες πΧ) για υλοποίηση της ιμπεριαλιστικής, νεο-Οθωμανικής δήθεν «Γαλάζιας Πατρίδας» τους. Η Γενοκτονία του Ελληνισμού της Ανατολής και η συνεχιζόμενη κατοχή της Βόρειας Κύπρου, η μειονοτική αποσχιστική υποκίνηση στη Δυτ. Θράκη, αλλά και ο τουρκικός επεκτατισμός ή παρεμβατισμός στη Συρία, το Β.Ιράκ, τη Λιβύη, την Αρμενία, μέχρι και τη Σομαλία , πρέπει να αποτελούν ισχυρά ερμηνευτικά στοιχεία για τα «ειρηνόφιλα» τεχνάσματα και διαλείμματα της Τουρκίας! Το παρελθόν διδάσκει και οι αμελείς συνήθως υφίστανται παρόμοια η χειρότερα δεινά!
* (Με αφορμή το άρθρο του Καθηγ. Χρ. Ροζάκη, «Η καταγωγή των διερευνητικών επαφών» ( ΤΟ ΒΗΜΑ 28.01.2021)
(**) Διεθνολόγος, Λέκτορας Νομικής Σχολής Α.Π.Θ.
Πρόεδρος Περιφερειακού Συμβουλίου Κεντρικής Μακεδονίας